Στο ίδιο έργο (και πάλι) θεατές στη χρεοκοπημένη Ελλάδα του 1897

Σκίτσο από την εφημερίδα «ΡΩΜΗΟΣ» του Γ. Σούρη, 1897.

Η κυβέρνηση ανάγκης του Ζαϊμη, ο τραπεζίτης Στρέιτ, το Παλάτι και το πάθημα του Δηλιγιάννη

του Ελευθερίου Γ. Σκιαδά.

Το απαξιωτικό για τα πολιτικά πρόσωπα και την πολιτική ζωή της χώρας κλίμα που γνωρίζουμε στις ημέρες μας, καθώς και την εναγώνια αναζήτηση Πρωθυπουργού και Υπουργού Οικονομικών έζησε η Ελλάδα και στα τέλη του 1897. Ήταν η εποχή που η χώρα μας καλούνταν από τις ξένες δυνάμεις να αποκτήσει πολιτική σταθερότητα για να λάβει δάνειο 170 εκατομμυρίων χρυσών λιρών. Χρειαζόταν το δάνειο πρώτα για να αποπληρώσει τις οφειλές της προς τις ίδιες δυνάμεις για προηγούμενα δάνεια, να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της πτώχευσης του 1893 και της πολεμικής ήττας του 1897 –όταν οι δυνάμεις επέβαλαν υπέρογκη αποζημίωση προς όφελος της Τουρκίας–, αλλά και να ανταποκριθεί στα κελεύσματα του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου που και τότε επιβλήθηκε στη χώρα μας.

Λαϊκή εικόνα της εποχής.Αισθήματα ντροπής και αγανάκτησης πλημμύριζαν τις ψυχές όλων των Ελλήνων και η αναρχία βρισκόταν προ θυρών. Βουλή, κυβέρνηση και πολιτικοί είχαν ξεπέσει στη συνείδηση του κοινού. Ίσως χαρακτηριστικότερο όλων είναι ένα δημοσίευμα της γνωστής εφημερίδας «ΤΟ ΑΣΤΥ», το οποίο έγραφε πως «Νεκρά κηδεύεται η Ελλάς υπό Βουλής εγκληματιών. Δεν παρακάθηνται εν αυτή πατέρες του έθνους, αλλ’ ενεδρεύουν στυγνοί συνομώται κατά της τιμής και του μέλλοντος της πατρίδος»! Τότε θα καταστεί επιτακτική η ανάγκη δημιουργίας κυβερνήσεως «έκτακτης ανάγκης», οπότε παρεμβαίνει ο βασιλιάς και επιβάλει στο πολιτικό σκηνικό δύο προσωπικότητες: Τον Πρόεδρο της Βουλής Αλέξανδρο Ζαΐμη και τον τραπεζίτη Στέφανο Στρέϊτ. Ο πρώτος ανέλαβε Πρωθυπουργός της χώρας και ο δεύτερος Υπουργός Οικονομικών.

Αλέξανδρος Ζαϊμης

Το μέχρι τότε πολιτικό κατεστημένο υποχρεώθηκε σε συναίνεση, οι κομματικοί μηχανισμοί και οι πανίσχυροι κομματάρχες παρακολουθούσαν, ενώ ως ο πλέον «χαμένος» της υπόθεσης θεωρήθηκε ο πανίσχυρος πολιτικός άνδρας της εποχής, ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης. Στην παράταξή του ανήκε ο νέος Πρωθυπουργός, ο οποίος ήταν και ανιψιός του!

Το σκουπόξυλο της κοινής γνώμης.

Η επιλογή του Αλ. Ζαίμη και η επιβολή του Στέφ. Στρέϊτ Τον Σεπτέμβριο 1897 η Κυβέρνηση Δημητρίου Ράλλη πέφτει κάτω από το βάρος της λαϊκής κατακραυγής. Καταθέτει την εντολή της στο βασιλιά Γεώργιο Α’, ο οποίος αμήχανος και ανήσυχος στρέφει το βλέμμα του στον μετριοπαθή Πρόεδρο της Βουλής Αλέξανδρο Ζαΐμη. Του αναθέτει τον σχηματισμό Κυβερνήσεως και του ξεκαθαρίζει –ευθύς εξαρχής– ότι μπορούσε να προτείνει όποια πρόσωπα ήθελε για την κυβέρνησή του, πλην των υπουργών Οικονομικών και Στρατιωτικών. Τις θέσεις αυτές θα καταλάμβαναν ο διοικητής της Εθνικής Τραπέζης και Καθηγητής του Διεθνούς Δικαίου Στέφανος Στρέϊτ και ο υποστράτηγος Κωνσταντίνος Σμολένσκης. Ο Ζαΐμης αποδέχθηκε την πρόταση του βασιλιά.

Ωστόσο, ανήκε στην πολιτική μερίδα του Θεόδωρου Δηλιγιάννη, του οποίου ήταν ανιψιός. Είχε ήδη διατελέσει Υπουργός Δικαιοσύνης και Εσωτερικών. Σοβαρός και σιωπηλός είχε αποσπάσει τα ευμενή σχόλια του αρχηγού του κόμματός του και θείου του: «Ο ημέτερος ανεψιός είναι σαρξ εκ της σαρκός μας και οστούν εκ των οστών μας»! Οπότε η εκλογή του βασιλιά Γεωργίου φαινόταν μάλλον ιδανική για εκείνες τις περιστάσεις. Βεβαίως, για να σχηματιστεί κυβέρνηση χρειαζόταν και η συγκατάθεση του θείου, ο οποίος διέθετε την πλειοψηφία στη Βουλή.

Δημήτριος Ράλλης

Οι αντιδράσεις των «Κορδονικών»

Όταν ο Ζαΐμης έλαβε την εντολή από τον βασιλιά, έσπευσε αμέσως στην οδό Ζήνωνος, όπου ήταν το σπίτι του «Κορδονάρχη». Έτσι αποκαλούσαν τον Δηλιγιάννη, επειδή είχε ως έμβλημα του κόμματός του το «κορδόνι». Πράγματι, ο Δηλιγιάννης δεν είχε κατ’ αρχήν αντιρρήσεις. Θεωρούσε πως θα υποδείκνυε υπουργούς από τα στελέχη του κόμματός του και –κατά κάποιο τρόπο– θα έλεγχε την κατάσταση.

Κατόπιν τούτων ο Ζαΐμης ενημέρωσε το βασιλιά και άρχισε τις διαβουλεύσεις με τους υποψηφίους υπουργούς. Αλλά τα πρόσωπα που θα αποτελούσαν τη νέα Κυβέρνηση δεν άρεσαν στους αδιάλλακτους του κόμματος του Δηλιγιάννη. Όσο περνούσε η ώρα η δυσφορία αυξανόταν. Ο αρχηγός, με επιστολή του, κάλεσε τον ανιψιό στο σπίτι του για μεταμεσονύκτιες διαπραγματεύσεις. Πράγματι, ο Ζαΐμης πήγε αλλά θείος και ανιψιός διαφώνησαν.

Ο «ατυχής» ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897.

Κομματικά παρασκήνια

Τότε ο Αλέξανδρος Ζαΐμης πήρε τη δύσκολη απόφαση: «Θα εργασθώ υπό ίδιον πρόγραμμα και με το πρόγραμμα αυτό θα πέσω», δήλωσε προς τους φίλους του. Εν τω μεταξύ, οι πιέσεις των ξένων δυνάμεων -μέσω των πρεσβειών- γίνονταν αφόρητες και το έθνος περνούσε δραματικές στιγμές. Πολλοί έβλεπαν με ικανοποίηση την κίνηση Ζαΐμη, πιστεύοντας ότι επιτέλους θα επερχόταν ρήξη στις τάξεις των «κορδονικών» του Δηλιγιάννη. Τη λύση αποδέχονταν και ο άλλος ισχυρός άνδρας της εποχής, ο Θεοτόκης και οι επιτελείς του ακέφαλου τρικουπικού κόμματος, καθώς και το σύνολο των κομματικών τάσεων (Δ. Ράλλης, Χ. Βοζίκης κ.ά.).

Οι σκληροπυρηνικοί του Δηλιγιάννη ζητούσαν τη διαγραφή του Ζαΐμη από τις τάξεις του κόμματος. Επίσημη αποκήρυξη δεν έγινε. Αλλά αυτό ανέλαβαν οι φιλοδηλιγιαννικές εφημερίδες «Πρωία» και «Παλιγγενεσία». Έσπευσαν να ξεκαθαρίσουν ότι δεν υπήρχε συνεργασία του κόμματος για τη σύνταξη του προγράμματος ή την επιλογή των προσώπων της νέας Κυβέρνησης και ότι ο Δηλιγιάννης δεν δεσμευόταν πλέον για τίποτα.

Κωνσταντίνος Σμολένσκης. Λαϊκή εικόνα.

Σχηματισμός Κυβέρνησης

Αδιάφορος για τα τεκταινόμενα στο κόμμα του ο Αλ. Ζαίμης, προχώρησε σε όσα είχε συμφωνήσει με τον βασιλιά. Την επομένη το πρωί η μία μετά την άλλη οι άμαξες κατέφθαναν στα Ανάκτορα για την ορκωμοσία. Σχεδόν το σύνολο των μελών της νέας κυβέρνησης ήταν άγνωστα στο ευρύ κοινό, αρχής γενομένης από τον Πρωθυπουργό. Χωρίς χειροκροτήματα, θριαμβευτικά συλλαλητήρια, κομματικά πανηγύρια και οχλαγωγίες ορκιζόταν η νέα κυβέρνηση. Ήταν καρπός τραγικών ανωμαλιών και λαθών αλλά και προϊόν της πίεσης που ασκούσαν οι ξένες δυνάμεις στο Παλάτι για να εξασφαλιστεί το μεγάλο δάνειο.

Τύπος και λαός, μη γνωρίζοντας τα οικονομικά παρασκήνια και τις προσταγές των τραπεζιτών της Ευρώπης, θεωρούσε ότι ο Ζαΐμης ήταν η γαλήνη που ερχόταν μετά την καταιγίδα, όπως επιτυχημένα έγραψε ο Δημήτρης Ψαθάς που ασχολήθηκε με το θέμα. Ερχόταν να φέρει σε πέρας ένα σκληρό έργο και να βγάλει τον βρόχο που είχε περαστεί στο λαιμό του έθνους. Αλλά η γαλήνη ήταν παγερή. Ο βρόχος του Οικονομικού Ελέγχου είχε ήδη περαστεί και ο Ζαΐμης είχε πάψει να είναι ο «φίλτατος ανεψιός».

Εξάλλου, δεν επρόκειτο η νέα κυβέρνηση να ασχοληθεί με άλλα ζητήματα πλην των διαπραγματεύσεων των συνθηκών που είχαν επιβάλει στην Ελλάδα οι Μεγάλες Δυνάμεις και την ολοκλήρωση των διαδικασιών για τη λήψη του δανείου και την εγκατάσταση του Οικονομικού Ελέγχου στην Ελλάδα.

Η εξασφάλιση του δανείου και η εγκατάσταση του Ελέγχου Επί ένα ολόκληρο εξάμηνο η χώρα ζούσε με την αγωνία του δανείου και του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου, πρόγονου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Η πρώτη φάση εκείνης της μεγάλης εθνικής, πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής κρίσης θα τελειώσει στις 21 Μαρτίου 1898 με την ψήφιση από την Βουλή και τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του Νόμου για το δάνειο των 170 εκατομμυρίων λιρών και την επικύρωση της σύμβασης που έγινε δύο ημέρες αργότερα. Προηγουμένως και για να εξασφαλίσουν τα λεφτά τους οι Μεγάλες Δυνάμεις φρόντισαν να στείλουν απεσταλμένους στη χώρα μας για να καθορίσουν τον τρόπο λειτουργίας και τα όρια του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου. Η πλειοψηφία τους ήταν δυσμενώς διατεθειμένοι απέναντι στην Ελλάδα, με επικεφαλής τους εκπροσώπους της Γερμανίας. Μειοψηφούσε ο Άγγλος αντιπρόσωπος, ο περίφημος φιλέλληνας Εδουάρδος Λω.

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΣΤΡΕΙΤ

Τελικά ο Έλεγχος εγκαταστάθηκε και παρέμεινε επί μία ολόκληρη 80ετία (1898-1978), ενώ από το δάνειο των 170 εκατομμυρίων χρυσών λιρών, τα 150 εκατομμύρια δόθηκαν αμέσως στους ίδιους. Ταυτόχρονα αποχωρούσε από την κυβέρνηση –όπως είχε δεσμευθεί– ο τραπεζίτης και Υπουργός Οικονομικών Στέφανος Στρέϊτ. Ανέλαβε τον θώκο μόνον για την υπόθεση του δανεισμού.

Το «κανόνι» της πτωχεύσεως της Ελλάδας «σκάει» και όλα τα κόμματα συμφωνούν!

Απρόσμενος επίλογος: Το πάθημα του «Θείου»

Αλλά τι απέγινε με τον Πρωθυπουργό Αλέξανδρο Ζαΐμη; Οι δύο μεγάλοι κομματικοί σχηματισμοί περίμεναν πως και πως την ψήφιση του δανείου για να θέσουν ζήτημα εμπιστοσύνης στο πρόσωπό του και έχοντας την πλειοψηφία να τον «διώξουν» από τα πόδια τους. Ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης ψηφίζοντας το δάνειο φρόντιζε να ξεσηκώσει και τους οπαδούς του λέγοντας πως «ηναγκάζετο ένεκα των εξαιρετικών περιστάσεων να υποστηρίζη την Κυβέρνησιν υποτάσσων τας πεποιθήσεις του εις τας πεποιθήσεις του Στέμματος, αλλά τώρα επέστη η στιγμή να λειτουργήση ομαλώς το πολίτευμα…».

Θεόδωρος Δηλιγιάννης.

Στην πρώτη μετά την ψήφιση του δανείου συνεδρίαση της Βουλής, η οποία έγινε την Δευτέρα 23 Μαρτίου 1898, Βουλή έκλεινε τΗ τα θεωρεία και ο περίβολος γέμισαν κόσμο, τα εισιτήρια εισόδου είχαν εξαντληθεί, οι κομματάρχες του Δηλιγιάννη φώναζαν συνθήματα παροτρύνοντας τον «γέρο» να… τακτοποιήσει τους παρείσακτους. Ο Ζαΐμης μπήκε όπως πάντα σιωπηλός στην αίθουσα. Αφού διαβάστηκε ο κατάλογος, ο Πρωθυπουργός κατέλαβε το βήμα και με απαθή φωνή εκφώνησε Βασιλικό Διάταγμα λήξης της βουλευτικής Συνόδου. Ο βασιλιάς σε προφανή συννενόηση με τον Πρωθυπουργό Ζαϊμη άσκησε το δικαίωμά του και κήρυξε το πέρας των εργασιών εκείνης της βουλευτικής περιόδου για να αποτρέψει την πτώση της Κυβέρνησης.

ΔΑΝΕΙΟ 1898 ΦΕΚ 50

Η πτέρυγα του Δηλιγιάννη «πάγωσε». Ο παμπόνηρος Γορτύνιος πολιτικός, ο οποίος πίστευε ότι είχε έρθει η ώρα να απομακρύνει τον ανιψιό του, υποχρεώθηκε να τον βλέπει Πρωθυπουργό για τους επόμενους 13 μήνες, αφού η Κυβέρνηση Αλέξανδου Ζαΐμη διατηρήθηκε μέχρι τον Απρίλιο 1899!