Απαγόρευση βοσκής στην Αθήνα του 1842
Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Άλλες ήταν οι έγνοιες του Δημάρχου στην Αθήνα του 1842 με τις λίγες χιλιάδες κατοίκους της. Οι ποιμένες περνούσαν τα ζωντανά τους μέσα από την πόλη καταστρέφοντας ακόμη και τα μικρά περιβόλια που διατηρούσαν οι κάτοικοί της. Η μεγαλύτερη όμως καταστροφή γινόταν στον Ελαιώνα των Αθηνών, τον οποίο η Πολιτεία προσπαθούσε να επαναφέρει στην προ της Επανάστασης κατάστασή του φυτεύοντας εκατοντάδες νέες ρίζες ελιές. Ατελείωτες ήταν, τέλος, οι καταστροφές σε περιοχές όπως στου Ρέντη, στο Μοσχάτο και στα μποστάνια τους.
Οπότε ο Ανάργυρος Πετράκης, ο Δήμαρχος της πρωτεύουσας, εξέδωσε «ειδοποίηση» δίνοντας διαταγή να διαβάζεται στις εκκλησίες τις Κυριακές και «εις τας πλατείας διά τυμπανοκρουσίας προς γνώσιν απάντων». Όπως δήλωνε, επιθυμούσε να προφυλάξει τις ιδιοκτησίες των πολιτών από τις βλάβες που προξενούσαν «τα ποίμνια και τα άλλα ζώα παντός είδους, τα οποία ως εκ της κακοηθείας των ποιμένων και βουκόλων απελαυνόμενα καταστρέφουν τα καλλιεργημένα κτήματα».
Η ειδοποίηση ήταν σαφής: «Απαγορεύομεν εις πάντα έχοντα ποίμνιον προβάτων ή αγέλη βοών και λοιπών παντός είδους ζώων να επελαύνη αυτά εντός της περιοχής των Αθηνών και του ελαιώνος καθ’ όλην αυτού την περιφέρειαν», έγραφε ο «φετφάς» του Πετράκη, που παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Όπως η εξαίρεση που γινόταν «επί του παρόντος» επιτρέποντας «να βόσκωσι τα εργατικά ζώα των Πλακιωτών»!
Πού λοιπόν μπορούσαν να βόσκουν τα ζωντανά; Ορίσθηκε η τεράστια περιοχή από το Φάληρο μέχρι τη Βάρη και μόνον στα ακαλλιέργητα τμήματά της. Το θέμα αφορούσε ιδιαίτερα τους «κατωμερίτες» της πόλης, δηλαδή εκείνους που διατηρούσαν πανέμορφα περιβόλια στη δυτική ζώνη, κυρίως στις περιοχές που συνόρευαν με τον Κηφισό ποταμό. Η δική τους αγροτική παραγωγή πληττόταν από τα ζωντανά των βοσκών που κατέβαιναν και από άλλες επαρχίες για να ξεχειμωνιάσουν στις περιοχές της Αττικής.