ΟΛΥΜΠΙΑΚΕΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ. Η πρόταση του Παναγιώτη Σούτσου για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων το 1834
Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Με την Aπελευθέρωση, ύστερα από την Eπανάσταση του 1821, η σύνδεση με το αρχαιοελληνικό παρελθόν λειτούργησε ως συστατικό στοιχείο του νέου ελληνικού κράτους. Ιδιαίτερα μετά τον Καποδίστρια, η βαυαρική διακυβέρνηση προσπαθεί να κάνει πράξη το όραμα του Λουδοβίκου, βασιλιά της Βαυαρίας και πατέρα του Όθωνα, για αναβίωση της κλασικής εποχής και των πολιτικών και αισθητικών ιδεωδών της. Πάντως, η ανάγκη συγκρότησης στοιχειώδους κρατικής υποδομής και η ένταξη του νεοέλληνα σε ένα διαφορετικό σύστημα δικαίου, εκπαίδευσης, παραγωγής και εν τέλει ζωής, παράγωγο του διαφωτισμού, προβάλλουν ως άμεσες προτεραιότητες και συγκρούονται με τις προϋπάρχουσες συνήθειες.
Ποιητές και συγγραφείς προσπαθούν να εμπνεύσουν στον λαό το αίσθημα αυτοπεποίθησης ώστε αυτός να συνδέσει τη μοίρα του με το λαμπρό παρελθόν και να στηριχθεί στα πόδια του. Οι Αλέξανδρος και Παναγιώτης Σούτσος είναι χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι αυτής της διάθεσης. Το 1833 ο Παναγιώτης Σούτσος δημοσιεύει το ποίημα «Νεκρικός Διάλογος», στο οποίο το πνεύμα του Πλάτωνα απευθύνεται στους νεοέλληνες:
«Αν εδύνατο στη γη σας η σκιά μας να πετάξει,
προς τους υπουργούς του θρόνου ήθελε με τόλμη κράξει:
Άφετε τα μικρά πάθη, τας ματαίας έριδάς σας,
άθλιοι συλλογισθήτε τι ήτον πάλαι η Ελλάς σας;
Δε με λέγετε πού είναι οι αρχαίοι σας αιώνες;
Οι ωραίοι σας πού είναι Ολυμπιακοί αγώνες;
Πού τα Παναθήναιά σας;
Αι μεγάλαι τελεταί σας, τα μεγάλα θέατρά σας;…
Θα αναλάβει, σοφοί άνδρες, τον βαθμό της τον αρχαίον
προπορευόμενη πάλιν εις παν μέγαν και ωραίον.
Οι ερχόμενοι αιώνες θα ιδούν τους παρελθόντας
και οι πρόγονοι εκ νέου θ’ αναγεννηθούν στους ζώντας».
Ο Παναγιώτης Σούτσος δεν θα αρκεστεί στις συνυποδηλώσεις της ποιητικής έκφρασης. Ο ίδιος θα δραστηριοποιηθεί δυναμικά για την πραγμάτωση αυτών των ιδεών. Το 1834 είχε την ευκαιρία, ως σύμβουλος στη Γραμματεία του υπουργείου Εσωτερικών, να προωθήσει τις προτάσεις του με τη μορφή υπομνήματος στον υπουργό Εσωτερικών Ιωάννη Κωλέττη. Ο Κωλέττης, με τη σειρά του, τις παρουσίασε ως δικές του στον βασιλιά Όθωνα. Μεταξύ άλλων, εμπεριέχονταν στην πρόταση σκέψεις για τη διεξαγωγή μεγάλων εορτών κατά το πρότυπο των Πανελληνίων Αγώνων της αρχαιότητας (Ολυμπιακοί Αγώνες, Ίσθμια, Πύθια, Νέμεα). Οι νέες πόλεις που προτείνονταν ως τόποι διεξαγωγής ήταν η Αθήνα, η Τρίπολη, η Ύδρα και το Μεσολόγγι. Οι τελευταίες σειρές του υπομνήματος αναφέρονταν στην πολυτέλεια των αρχαιοελληνικών Αγώνων και στους ουσιαστικούς λόγους για την επαναφορά τους.
Το υπόμνημα εμπεριείχε, επίσης, λεπτομερείς θέσεις για τη μορφή αυτών των εορτών. Για παράδειγμα, το χρονικό διάστημα των Αγώνων θα ήροντο τα τελωνειακά βάρη για τους Έλληνες που εμπορεύονταν στο εξωτερικό και οι οποίοι θα ήθελαν να εκθέσουν τα προϊόντα τους στον χώρο των Αγώνων. Αυτή η κίνηση σκόπευε στην ενδυνάμωση των σχέσεων μεταξύ της Ελλάδας και των Ελλήνων των παροικιών. Επίσης, η κυβέρνηση θα κατασκεύαζε σε καθεμία από τις προαναφερθείσες πόλεις ένα στάδιο και ένα ιπποδρόμιο, στα οποία προβλέπονταν και θρόνοι για τη βασιλική οικογένεια, καθώς και μια εξέδρα για τους κριτές – Ελλανοδίκες. Ακόμα, προβλέπονταν και εκθεσιακοί χώροι για διαγωνισμούς ζωγραφικής και γλυπτικής.
Το πρώτο βραβείο, ύψους 10.000 δραχμών, θα δινόταν στο καλύτερο φιλοσοφικό σύγγραμμα, το δεύτερο, ύψους 8.000 δραχμών, στο καλύτερο λογοτεχνικό, το τρίτο στο καλύτερο έργο τέχνης, είτε αυτό θα ήταν πίνακας είτε γλυπτό. Το τέταρτο, το πέμπτο και το έκτο βραβείο θα πήγαιναν στους νικητές της αμαξοδρομίας, της ιπποδρομίας και των απλών δρόμων. Το πρόγραμμα, εκτός από την τέλεση εναρκτήριας λειτουργίας, προέβλεπε και τη διδασκαλία τραγωδιών, κωμωδιών, καθώς και την εκτέλεση μουσικών έργων και χορών.
Στα επόμενα δύο χρόνια καμία από τις προτάσεις του Σούτσου δεν τέθηκε σε εφαρμογή. Όμως, στα 1836, μία από τις ευχές του πραγματοποιήθηκε. Τη χρονιά αυτή άρχισαν οι παραστάσεις του νεόδμητου θεάτρου των Αθηνών, όπου και ανέβηκε το μελόδραμα του Metastasio «Ολύμπια», το οποίο είχε μεταφραστεί από τον Ρήγα. Η επιτυχία ήταν μεγάλη και οι παραστάσεις επαναλήφθηκαν και τις επόμενες χρονιές.
Οι ιδέες του Σούτσου θα εμπνεύσουν τον λαό και τους μεταγενέστερους υποστηρικτές της αναβίωσης. Ο Δημήτριος Βικέλας αναφέρει χαρακτηριστικά πως τα τετράδια με τους στίχους του Σούτσου κυκλοφορούσαν από χέρι σε χέρι και είχαν τέτοια επίδραση στην κοινή γνώμη σαν αυτή που στα χρόνια του οι εφημερίδες άρχισαν να έχουν. Επισημαίνει, δε, πως ακόμη και η μητέρα του είχε ένα τέτοιο τετράδιο και του εξιστορούσε τις σχετικές της μνήμες. Ο πιο άμεσος, όμως, αποδέκτης και συνεχιστής της προσπάθειας του Σούτσου θα είναι ο γνωστός Ευαγγέλης Ζάππας.