Τα γλυπτά του Ζαππείου και ο ανδριάντας του Ιωάννη Βαρβάκη
Από την εποχή της ανεγέρσεως του Ζαππείου Μεγάρου, ήταν έκδηλη η ανάγκη για εμπλουτισμό του κήπου και των ελεύθερων χώρων με γλυπτά μνημειακών διαστάσεων, όπως ανδριάντες, προτομές, διακοσμητικές μορφές και δευτερεύουσες μαρμάρινες συνθέσεις. Όπως συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις, έτσι και σε ότι αφορά στον γλυπτικό διάκοσμο του Ζαππείου μέγα είναι το πλήθος των ανακριβειών που αναπαράγονται και μεταφέρονται επί δεκαετίες και από δημοσίευμα σε δημοσίευμα. Κυρίως για τους χρόνους δημιουργίας και τοποθέτησης διάφορων γλυπτών στην περιοχή, γεγονός το οποίο μάλλον οφείλεται στις δυσπρόσιτες πηγές. Πάντως το σύνολο των έργων που αφορά στη νεότερη γλυπτική τέχνη και φιλοξενείται στους χώρους του Ζαππείου αποτελεί μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς της πόλης, το οποίο διαφυλάχθηκε με επιμέλεια. Επίσης, επιτυχής υπήρξε η διαχρονική χωροθέτηση των γλυπτών, γεγονός που συνέβαλε αφενός στην ανάδειξή τους και αφετέρου στην αποφυγή βανδαλισμών.
H νεοελληνική γλυπτική εμφανίστηκε, αρχικά, ως τέχνη διακοσμητική για τα λαμπρά δημόσια οικοδομήματα, ό,τι θα ονομάζαμε με τους όρους της αρχαίας τέχνης ως αρχιτεκτονικά γλυπτά. Η οικοδόμηση πολλών νέων Μεγάρων, η αναβίωση του παρελθόντος της κλασικής Αθήνας, η αφθονία μαρμάρων (Τηνιακών, Πεντελικών), η εισαγωγή μαθήματος Γλυπτικής στο Πολυτεχνείο, καθώς και το καθολικό αίτημα των πολιτών για δημιουργία γλυπτών ώθησαν στη διαμόρφωση και την έξαρση του Νεοκλασικισμού στη γλυπτική τέχνη.
Έτσι, και για τον νέο χώρο του Ζαππείου έφθαναν στην Επιτροπή Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων πλήθος αιτημάτων, που αφορούσαν στην κατασκευή γλυπτών, όπως εκείνα των αγαλματοποιών Φιλιππότη και Βιτάλη (1875). Προϊόντος του χρόνου, ακολούθησαν κι άλλα, όπως του μαθητή τότε του Πολυτεχνείου Γ. Ξενάκη για άγαλμα του Ερμή, του Πανεπιστημίου, για να στηθεί ο ανδριάντας του Γλάδστωνος, του Ν. Κωτσάκη για μνημείο προς τιμήν τριών φιλελλήνων στη μεγάλη του Ζαππείου δεντροστοιχία, του Στρατάρχου Μαιζόν, του Στρατηγού Φαβριέ και του Ναυάρχου Δεριγνύ.
Οι ανδριάντες είναι τα γλυπτά, που έλκουν ευθύς εξ αρχής το βλέμμα του θεατή και εντυπωσιάζουν. Με τον όρο αυτόν δηλώνονται αγάλματα ενδόξων ανδρών (από εκεί και η ετυμολογία της λέξης), τα οποία ως προς την κατασκευή τους είναι ολόσωμα και ολόγλυφα. Το μάρμαρο, δηλαδή, από το οποίο προήλθαν, έχει σμιλευθεί από όλες τις πλευρές, ώστε να αποδοθεί πλήρως η μορφή του ανδρός. Στον ευρύτερο χώρο του Ζαππείου, έχουν κατασκευαστεί και τοποθετηθεί συνολικά πέντε τέτοια γλυπτά. Των ίδιων των ευεργετών, Ευ. και Κων. Ζάππα, του Ιω. Βαρβάκη, του Γ. Καραϊσκάκη και του Λόρδου Βύρωνα. Σήμερα περιοριζόμαστε στην περίπτωση του ανδριάντα του Ιωάννη Βαρβάκη (1872), ο οποίος βρίσκεται στη δυτική πλευρά της παρόδου, που οδηγεί από τη λεωφόρο Αμαλίας στο χώρο του Ζαππείου. Φιλοτεχνήθηκε από τον κλασικιστή γλύπτη και καθηγητή του Πολυτεχνείου Λεωνίδα Δρόση ύστερα από διαγωνισμό που είχε προκηρύξει η ελληνική κυβέρνηση, αντί του ποσού των 85.000 δραχμών. Στη θέση όπου βρίσκεται σήμερα μεταφέρθηκε το 1888, με την ευκαιρία της μετακομιδής των οστών του Βαρβάκη από τη Ζάκυνθο. Κατά την αρχική σύλληψη της ιδέας, δεν είχαν κατάσκευαστεί οι τέσσερις γυναικείες γωνιακές μορφές, που προστέθηκαν κατά τη φάση της μεταφοράς από τον μαθητή του Δρόση, Γ. Ξενάκη.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει η Ζ. Αντωνοπούλου τυπολογικά, ο ανδριάντας μιμείται διαδεδομένο τύπο της ευρωπαϊκής γλυπτικής του 19ου αι. σύμφωνα με τον οποίο η κεντρική μορφή βρίσκεται στο μέσον, επάνω σε ψηλό βαθμιδωτό βάθρο. Αποδίδεται όρθιος σε στάση μνημειακή και επιβλητική, με το αριστερό πόδι σε προβολή και το σώμα στραμμένο ελαφρά προς τα αριστερά. Το αριστερό χέρι είναι στη μέση, ενώ στο δεξί κρατά τη διαθήκη, με την οποία δώρισε την περιουσία του στο ελληνικό κράτος. Το βλέμμα κοιτάζει μακριά. Στην επιβλητικότητα της μορφής συμβάλλει και ο μανδύας, που περιβάλλει το σώμα.
Οι γυναικείες μορφές στις γωνίες, που φιλοτέχνησε ο Γ. Ξενάκης, είναι σίγουρο ότι συμβολίζουν πτυχές της ζωής και του έργου του Βαρβάκη. Διχογνωμία όμως υπάρχει σε περαιτέρω ταυτίσεις. Πολλοί μελετητές δέχονται ότι συμβολίζουν την Ελευθερία, τη Ναυτιλία, την Τέχνη και την Βιομηχανία. Άλλοι πάλι δέχονται τις δύο από αυτές ως προσωποποιήσεις της Ιστορίας και της Τέχνης. Η Ελευθερία αναγνωρίζεται εύκολα από το σπαθί και τη λυμένη αλυσίδα κάτω από τα πόδια της. Τα σύνεργα γραφής, πάλι, ο πηλός και η στάση του σώματος των υπολοίπων μορφών μας κάνει να θεωρούμε πιθανότερη την εκδοχή της δεύτερης ομάδας μελετητών. Επιγραφή στην εμπρόσθια όψη του βάθρου δίδει την ταυτότητα του ανδρός: ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΝΔΡΕΟΥ/ ΒΑΡΒΑΚΗΣ/ ΕΓΕΝΝΗΘΗ ΕΝ ΤΗ ΝΗΣΩ ΨΑΡΩΝ/ ΤΩ ΑΨΝ/ ΕΤΕΛΕΥΤΗΣΕΝ ΕΝ ΖΑΚΥΝΘΩ/ ΤΩ ΑΩΚΕ. Στη δεξιά όψη του βάθρου έχει γραφεί αφιερωματική επιγραφή σε δωρική διάλεκτο: ΒΑΡΒΑΚΗΝ ΠΑΡΟΔΙΤΑ ΟΡΑΣ ΨΥΡΙΗΣ ΚΛΥΤΟΝ ΟΖΟΝ/ ΟΝ ΜΕΓΑ ΤΙΕΣΚΕΝ ΚΟΙΡΑΝΟΣ ΕΥΡΥΜΕΔΩΝ/ ΡΩΣΩΝ ΗΝ ΔΙΑ ΙΔΜΟΣΥΝΗΝ ΠΟΛΕΜΗΙΑ Τ’ ΕΡΓΑ/ ΠΟΛΛΑΚΙ ΔΥΣΜΕΝΕΑΣ ΤΡΕΨΑΤΟ ΜΑΡΝΑΜΕΝΟΣ/ ΠΟΛΛΑ ΔΕ ΠΑΤΡΗ ΕΗ ΜΑΛΑ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΕΣΘΛΑ ΤΕ/ ΤΩ Ρ’ ΑΓΑΘΗΝ ΜΝΗΣΤΙΝ ΚΑΛΛΙΠΕΝ ΟΙΣΙ ΦΙ/ ενώ τέλος στην δεξιά αναγράφεται ο αναθέτης και ο ανάδοχος γλύπτης ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ/ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ ΠΑΠΠΟΥΔΩΦ/ ΠΡΟΕΔΡΟΥ/ ΒΑΡΒΑΚΕΙΟΥ ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΜΑΤΟΣ/ ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΔΡΟΣΗΣ ΕΠΟΙΕΙ.